ΣΥΝΑΞΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ
ΚΛΗΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΝΑΧΩΝ
e-mail: synaxisorthkm@gmail.com
ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ-ΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΓΙΑ ΤΗ «ΣΥΝΟΔΟ» ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ
(῾Υπογράφεται καὶ ἀπὸ ὅσους συμφωνοῦν)
Πρὸς
1. Μακαριώτατον Ἀρχιεπίσκοπον Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος,
κ. Ἱερώνυμον
2. Σεβασμιωτάτους ἀρχιερεῖς, μέλη τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας.
Μακαριώτατε, Σεβασμιώτατοι,
Ἡ
ἀπὸ πολλῶν ἤδη δεκαετιῶν προετοιμαζόμενη «Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος» τῆς
Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας συνῆλθε καὶ ἐπεράτωσε τὶς ἐργασίες της στὸ Κολυμπάρι
τῆς Κρήτης ἀπὸ 19-26 Ἰουνίου τοῦ τρέχοντος ἔτους.
Μολονότι
βασικὴ ἐπιδίωξη τῆς «Συνόδου», κατὰ τοὺς ὀργανωτές της, ἦταν ἡ ἐνίσχυση
καὶ ἡ φανέρωση τῆς ἑνότητος τῶν Ὀρθοδόξων, δυστυχῶς κατορθώθηκε τὸ
ἐντελῶς ἀντίθετο, ἡ διαίρεση καὶ ἡ διάσπαση, καὶ σὲ ἐπίπεδο ἡγεσίας καὶ
στὸ χῶρο τοῦ πληρώματος τῶν πιστῶν.
1. Ἡ «Σύνοδος» καταστρέφει τὴν ἑνότητα καὶ προκαλεῖ διαιρέσεις
Ἀπὸ
τὶς δεκατέσσαρες (14) αὐτοκέφαλες ἐκκλησίες ἀπουσίαζαν οἱ τέσσαρες (4),
δηλαδὴ οἱ ἐκκλησίες Ἀντιοχείας, Ρωσίας, Βουλγαρίας, Γεωργίας, καὶ μαζὶ
μὲ αὐτὲς ἀπουσίαζε βέβαια καὶ τὸ ποίμνιο ποὺ ἐκπροσωποῦν, μεγαλύτερο ἀπὸ
τὸ ἥμισυ τοῦ συνόλου τῶν Ὀρθοδόξων πιστῶν. Ἡ ἀπουσία τους δὲν ὀφειλόταν
σὲ λόγους ἀνάγκης, λόγῳ δυσμενῶν συνθηκῶν στὶς περιοχές τους, πολεμικῶν
συγκρούσεων, φυσικῶν καταστροφῶν, ἐπιδημιῶν κ.τ.λ., ἀλλὰ στὴν φανερὴ
καὶ ἐκφρασθεῖσα διαφωνία τους γιὰ τὸν κανονισμὸ λειτουργίας τῆς
«Συνόδου» καὶ γιὰ πολλὲς ἀντιπατερικὲς καὶ ἀντορθόδοξες θέσεις τῶν
κειμένων ποὺ εἶχαν προετοιμασθῆ. Ἐζήτησαν ἁρμοδίως τὴν ἀναβολὴ τῆς
«Συνόδου», ὥστε νὰ ἐπιτευχθεῖ ἡ ἀποφασισθεῖσα ὡς ἀπαραίτητος ὅρος τῆς
συγκλήσεως ὁμοφωνία, καὶ νὰ διαφυλαχθεῖ ἡ ἑνότης, ἀλλὰ τὸ αἴτημά τους
προσέκρουσε «εἰς ὦτα μὴ ἀκουόντων», ἀνοικτά, φαίνεται, σὲ ἄλλες φωνὲς
ποὺ ἐπιθυμοῦν τὴν διαίρεση τῶν Ὀρθοδόξων καὶ τὴν διάβρωση τῆς δογματικῆς
τους αὐτοσυνειδησίας.
Ἀπὸ
τὸ σύνολο τῶν ἐπισκόπων τῆς Οἰκουμενικῆς Ὀρθοδοξίας ἀπουσίαζαν οἱ
περισσότεροι, διότι κατὰ μοναδικὴ πρωτοτυπία στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία
καὶ προφανῆ ἀντικανονικότητα ἔγινε ἐπιλογή, μὲ διαβλητὰ κριτήρια, μικροῦ
ποσοστοῦ ἐπισκόπων, μὲ καταστρατήγηση καὶ περιφρόνηση τῆς ἰσότητος τῶν
ἐχόντων τὴν ἀρχιερωσύνη, προγραμμα-τισμένη καὶ σκόπιμη διαίρεση τοῦ σώματος
τῶν ἐπισκόπων καὶ ἀποκλεισμό, διὰ τοῦ ἀποκλεισμοῦ τῶν ἐπισκόπων, τῶν
προβληματισμῶν, τῶν ἀγωνιῶν, τῶν ἐρωτημάτων, τῶν σκέψεων καὶ προτάσεων
τοῦ ποιμνίου.
Καὶ
τὸ χειρότερο, πρωτοφανέστερο καὶ πλέον ἀπαράδεκτο· δὲν διαφυλάχθηκε ἡ
ἑνότης καὶ ἡ ἰσότης οὔτε καὶ αὐτῶν τῶν ἐπισκόπων ποὺ ἔλαβαν μέρος στήν
«Σύνοδο», ἀφοῦ τοὺς ἀφαιρέθηκε ἡ δυνατότης νὰ ψηφίζουν. Ἔπαυσε γιὰ
πρώτη φορὰ στὴν συνοδικὴ ἱστορία καὶ στὴν κανονικὴ παράδοση νὰ ἰσχύει ἡ
ἰσότιμη καὶ ἰσόκυρη συμμετοχὴ ὅλων τῶν ἐπισκόπων. Ἐψήφισαν τὶς ἀποφάσεις
μόνον οἱ δέκα (10) παρόντες προκαθήμενοι, οἱ ὁποῖοι, ὅπως ἐλέχθη ὀρθῶς
ἀπὸ τὸν παρόντα στὴν «Σύνοδο» λογιώτατο Σέρβο ἐπίσκοπο Μπάτσκας κ.
Εἰρηναῖο Μπούλοβιτς, ἔδρασαν «ὡς συλλογικός τις πάπας». Στὴν πράξη
ὑπονομεύεται τὸ συνοδικὸ πολίτευμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἀφοῦ καὶ
ἀπὸ ὑπευθύνους πατριαρχικοὺς κύκλους ὑποστηρίζεται παρρησίᾳ καί «γυμνῇ
τῇ κεφαλῇ» ἡ παπικῆς ἐμπνεύσεως ἀρχὴ ὅτι ὁ προκαθήμενος δὲν εἶναι
«primus inter pares» (=πρῶτος μεταξὺ ἴσων), ἀλλά «primus sine paribus»
(=πρῶτος ἄνευ ἴσων). Αὐτὴ ἡ προσβολὴ τῆς ἰσότητος τῶν ἐπισκόπων καὶ ἡ
σταδιακὴ διείσδυση τοῦ μοναρχικοῦ παπικοῦ πολιτεύματος στὴν Ὀρθόδοξη
Ἐκκλησία ἀποτολμήθηκε στὸ Κολυμπάρι τῆς Κρήτης. Δικαιολογημένα ἀρκετοὶ
ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀρνήθηκαν ὑπ᾽ αὐτὲς τὶς
ἀντισυνοδικές, ἀντικανονικές, παπίζουσες, αὐταρχικὲς καὶ μοναρχικὲς
συνθῆκες, νὰ λάβουν μέρος στή «Σύνοδο» ὡς διακοσμητικὰ στοιχεῖα, ὡς
«γλάστρες» ἢ ὡς μέλη τῆς συνοδείας τῶν προκαθημένων, οἱ ὁποῖοι μόνοι
εἶχαν τὸ δικαίωμα νὰ ἀποφασίζουν καὶ νὰ ψηφίζουν.
Τὸ
τραγελαφικὸ καὶ παράλογο ὅλου αὐτοῦ τοῦ ἀντισυνοδικοῦ σκηνικοῦ, τὸ
ὁποῖο ἀπὸ τὴν ἀρχὴ εἶχε τὰ σπέρματα τῆς διαιρέσεως καὶ τῆς διασπάσεως,
φάνηκε σὲ πολλὲς ἄλλες περιπτώσεις. Μνημονεύουμε τὶς πιὸ
χαρακτηριστικές. Ἀπὸ τὴν εἰκοσιπενταμελῆ (25) ἀντιπροσωπία τῆς Ἐκκλησίας
τῆς Σερβίας οἱ δεκαεπτὰ (17) ἀρνήθηκαν νὰ ὑπογράψουν τὸ πιὸ
προβληματικὸ κείμενο «Σχέσεις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν
χριστιανικὸν κόσμον»· ἐπειδὴ ὅμως τὸ ἐψήφισε ὁ προκαθήμενος, θεωρεῖται
ψηφισμένο ἀπὸ ὅλους, μολονότι ἡ πλειοψηφία τὸ ἀπέρριψε. Στὴν Ἐκκλησία
τῆς Κύπρου τέσσαρες ἐπίσκοποι (4) δὲν ὑπέγραψαν τὸ ἴδιο κείμενο. Καὶ γιὰ
νὰ μὴ φαίνεται τὸ κενὸ στὸν χῶρο τῶν ὑπογραφῶν, ὁ ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου,
χωρὶς ἐξουσιοδότηση, τοὺς ὑποκατέστησε καὶ ὑπέγραψε «ἀντ᾽ αὐτῶν». Στὴν
Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἐνῶ ὑπῆρχε ὁμόφωνη συνοδικὴ ἀπόφαση τῆς Ἱεραρχίας
νὰ προταθοῦν συγκεκριμένες διορθώσεις ποὺ κατεδάφιζαν ἐν πολλοῖς τὶς
οἰκουμενιστικὲς δομὲς τοῦ ἐπίμαχου κειμένου, ὁ Μακαριώτατος
ἀρχιεπίσκοπος, χωρὶς συνοδικὴ ἐξουσιοδότηση, ἔπεισε ἐξωσυνοδικὰ τὴν
ἀντιπροσωπία καὶ ὑπεχώρησαν, πλὴν τοῦ μητροπολίτου Ναυπάκτου κ.
Ἱεροθέου, στὸ πιὸ κρίσιμο σημεῖο τοῦ κειμένου, στὴν ἀναγνώριση
ἐκκλησιαστικότητος στοὺς ἑτεροδόξους αἱρετικούς.
Ἡ
μόνη μάχη μεταξὺ Ὀρθοδοξίας καὶ αἱρέσεως ποὺ δόθηκε στὴν Κρήτη, καὶ
παραδόθηκαν οἱ Ὀρθόδοξοι εὔκολα στὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἐκτὸς
ἐλαχίστων ἐξαιρέσεων, ἦταν ἡ ἀντικατάσταση τῆς φράσεως τοῦ κειμένου
«ἄλλων χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ ὁμολογιῶν», ποὺ ἀναγνώριζε τὶς
αἱρέσεις ὡς ἐκκλησίες, μὲ τὴν φράση «ἄλλων χριστιανικῶν κοινοτήτων καὶ
ὁμολογιῶν», ποὺ ἐπρότειναν ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ
πολλοὶ ἐπίσκοποι ἄλλων ἐκκλησιῶν, ἡ ὁποία ἀπέρριπτε ὀρθοδόξως τὴν χρήση
τοῦ ὅρου «ἐκκλησίες» γιὰ τοὺς αἱρετικούς. Δυστυχῶς ὁ ἀρχιεπίσκοπος καὶ
οἱ μετ᾽ αὐτοῦ, πλὴν ἑνός, ἐγκατέλειψαν τὴν ὀρθόδοξη πρόταση, χωρὶς
συνοδικὴ ἐξουσιοδότηση, καὶ δέχθηκαν νὰ προτείνουν τὴν παρηλλαγμένη,
ἀλλὰ οὐσιαστικῶς ἀντιφατική, παράλογη καὶ ἐν πολλοῖς δυσερμήνευτη καὶ
ἀκατανόητη φράση «τῶν ἄλλων ἑτεροδόξων ἐκκλησιῶν καὶ ὁμολογιῶν», ἡ ὁποία
οὔτε τοὺς αἱρετικοὺς ἱκανοποιεῖ πλήρως, διότι τὸ «ἑτεροδόξων» καταργεῖ
τό «ἐκκλησιῶν», οὔτε τοὺς Ὀρθοδόξους διότι τὸ «ἐκκλησιῶν» ἀναιρεῖ τὸ
«ἑτεροδόξων». Ὅπως σωστὰ ἐλέχθη, οἱ ἔξυπνοι εἰσηγητές, ἀλλὰ καὶ οἱ
ψηφίσαντες τὴν δῆθεν συμβιβαστικὴ καὶ εἰρηνοποιὸ φράση, κοροϊδεύουν καὶ
τοὺς μὲν καὶ τοὺς δέ, καὶ τοὺς Ὀρθοδόξους ποὺ ἀρνοῦνται ὅτι οἱ αἱρετικοὶ
εἶναι ἐκκλησίες καὶ τοὺς αἱρετικοὺς ποὺ νομίζουν ὅτι εἶναι ἐκκλησίες·
τὸ «ἑτερόδοξες ἐκκλησίες» εἶναι τὸ ἴδιο μὲ τό «πόρνη παρθένος»,
«σκοτεινὸ φῶς», «ψεύτικη ἀλήθεια», «ὑγιὴς ἀσθένεια» καὶ «ἄθεη
θεοσέβεια».
2. Τίποτε κοινὸ μὲ τὶς ὀρθόδοξες συνόδους τῆς Ἐκκλησίας. Οἰκουμενιστικὴ σύνοδος
Ἡ
ἀντισυνοδική, ἀντικανονική, ἀντορθόδοξη διαδικασία συγκλήσεως καὶ
λειτουργίας τῆς «Συνόδου» προκάλεσε διαιρέσεις καὶ διάσπαση, μεταξὺ τῶν
δεκατεσσάρων αὐτοκεφάλων ἐκκλησιῶν, μεταξὺ τῶν ἐπισκόπων κάθε
αὐτοκέφαλης ἐκκλησίας, μεταξὺ τοῦ πρώτου τῆς συνόδου κάθε ἐκκλησίας καὶ
τῶν ἄλλων συνοδικῶν μελῶν καὶ βεβαίως μεταξὺ τοῦ ποιμνίου, ποὺ ἔβλεπε
καὶ βλέπει τοὺς ποιμένες σὲ ἀσυμφωνία καὶ ἀντιπαράθεση,
παραπληροφορούμενο καὶ παρασυρόμενο. Χειρότερη εἶναι ἡ ἀσυμφωνία καὶ ἡ
διάσπαση τῆς ἑνότητος μεταξὺ τῆς σύγχρονης καὶ τῆς διαχρονικῆς
Ἐκκλησίας, τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ Ἁγίων Πατέρων, τῆς
Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Ἡ «Σύνοδος» τῆς Κρήτης
δὲν ἔχει τίποτε κοινὸ μὲ τὶς συνόδους τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖες
ἀκολουθοῦν ἡ μία τὴν ἄλλη, ἐπικαλούμενες ἡ μία τὴν ἄλλη, ὡς συνεδρίες
μιᾶς καὶ τῆς αὐτῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας, ὡς ἑνιαίου σώματος τοῦ
Χριστοῦ, ἐκτεινομένου εἰς τοὺς αἰῶνας. Ὅλες διακηρύσσουν ὅτι ἀκολουθοῦν
τὸ σταθερὸ ὀρθόδοξο ἀξίωμα «ἑπόμενοι τοῖς Ἁγίοις Πατράσι», τὸ μή
«μεταίρειν ὅρια ἃ ἔθεντο οἱ Πατέρες ἡμῶν», ὅτι δὲν καινοτομοῦν, δὲν
προσθέτουν οὔτε ἀφαιροῦν ἀπὸ ὅσα καθόρισαν οἱ προηγούμενοι Ἅγιοι
Πατέρες. Ἡ «Σύνοδος» τῆς Κρήτης τὰ ἄλλαξε ὅλα στὸν τρόπο συγκλήσεως καὶ
λειτουργίας της, διέσπασε τὴν ἑνότητά της μὲ τὶς προηγούμενες συνόδους,
εἶναι ὁλοφάνερα ἄλλου εἴδους σύνοδος, «διαφορετικὸ εἶδος συνόδου», ὅπως
μὲ εἰλικρίνεια καὶ καύχηση παραδέχθηκε μέσα στὴν «Σύνοδο» ὁ
ἀρχιεπίσκοπος Ἀλβανίας κ. Ἀναστάσιος. Ὄντως δὲν εἶναι ὀρθόδοξη σύνοδος,
ἀλλὰ οἰκουμενιστικὴ σύνοδος, σύνοδος ὄχι τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ τῆς
παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Ἔτσι
εἶχε σχεδιασθῆ καὶ ἔτσι σιγά-σιγὰ προχωροῦσε, χωρὶς νὰ φανερώνει κατὰ
τὴν διάρκεια τῆς προετοιμασίας ἐμφανῶς τὸν στόχο της. Οἱ κατευθύνοντες
τὰ τῆς «ἑνώσεως τῶν ἐκκλησιῶν» πρὸς μία συγκρητιστικὴ ἕνωση μὲ ἐξίσωση
τῶν αἱρέσεων καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας, τοῦ φωτὸς καὶ τοῦ σκότους, τῆς ἀληθείας
καὶ τῆς πλάνης, τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Ἀντιχρίστου, εἶχαν πείσει τοὺς
ἡγέτες τῶν Ὀρθοδόξων, τῶν Παπικῶν καὶ τῶν Προτεσταντῶν νὰ μὴ διεκδικοῦν
ἐκκλησιολογικὴ ἀποκλειστικότητα, ἀλλὰ νὰ ἀναγνωρίσουν ὅλους τοὺς
Χριστιανούς, ὅπου καὶ ἂν βαπτίσθηκαν, σὲ ὁποιαδήποτε ὁμολογία ἢ αἵρεση
καὶ ἂν ἀνῆκαν, ὅτι ἀποτελοῦν ἐκκλησία, ὅτι ἀνήκουν στὴν Μία ᾽Εκκλησία.
Γιὰ τοὺς Προτεστάντες, ὅπου ὁ καθένας πιστεύει καὶ πράττει ὅ,τι θέλει,
μὲ τὴν ἄνευ ὁρίων ἐκκλησιολογία τους, αὐτὸ ἦταν πανεύκολο, καὶ τὸ
ἐφήρμοσαν πρῶτα οἱ ἴδιοι στὸ δικό τους «Παγκόσμιο Συμβούλιο Ἐκκλησιῶν»,
στὸ ὁποῖο ἄκριτα προσκολληθήκαμε καὶ ἐμεῖς εὐτελίζοντας τὴν Νύμφη τοῦ
Χριστοῦ, τὴν Μία, Ἁγία, Καθολική, καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία καὶ
ἐξισώνοντάς την μὲ τὴν τελευταία προτεσταντικὴ αἵρεση. ῾Ο Παπισμὸς
ὑποχώρησε στὴν Β´ Βατικάνεια Σύνοδο ἀπὸ τὴν ἀποκλειστικὴ ἐκκλησιολογία
στὴν διευρυμένη ἐκκλησιολογία, μὲ τὴν ἀποδοχὴ στοιχείων
ἐκκλησιαστικότητας ἰδιαίτερα στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, τὴν ὁποία ἄρχισε νὰ
ἀποκαλεῖ «ἀδελφὴ ἐκκλησία», ποὺ θὰ ὁλοκληρώσει τὴν ἐκκλησιαστικότητά
της μὲ τὴν ἀναγνώριση τοῦ πρωτείου τοῦ πάπα. Τώρα εἴμαστε ἐλλιπὴς
ἐκκλησία. Γι᾽ αὐτὸ καὶ στὸν διεξαγόμενο ἀκόμη Θεολογικὸ Διάλογο μὲ τὴν
Ρώμη κάποιοι ἐκπρόσωποί μας τείνουν νὰ ἀναγνωρίσουν τὸ πρωτεῖο τοῦ πάπα,
γιατὶ φαίνεται ὅτι αἰσθάνονται ἐλλιπεῖς.
3. Εἰσάγει αἱρετικὴ ἐκκλησιολογία
Στὴν
συμφωνημένη καὶ ἐπιβληθεῖσα ἔξωθεν ἐγκατάλειψη τῆς ἐκκλησιολογικῆς μας
ἀποκλειστικότητας, τοῦ ὅτι δηλαδὴ ἐμεῖς μόνο εἴμαστε ἡ Μία, Ἁγία,
Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία, ἀνταποκρίθηκε ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ
αἰῶνος τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο. Ἰδιαίτερα μὲ τὴν Συνοδικὴ καὶ
Πατριαρχικὴ Ἐγκύκλιο τοῦ 1920 «Πρὸς τὰς ἁπανταχοῦ Ἐκκλησίας τοῦ
Χριστοῦ», καὶ στὸν τίτλο ἀλλὰ καὶ στὸ περιεχόμενο τοῦ κειμένου,
ἀνεγνώριζε ἐκκλησιαστικότητα στοὺς μέχρι τότε θεωρουμένους αἱρετικοὺς
λοιποὺς Χριστιανούς, Μονοφυσίτες, Παπικούς, Προτεστάντες. Ἡ ἐσφαλμένη
αὐτὴ γραμμὴ ἐνισχύθηκε ἰδιαίτερα ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη
Ἀθηναγόρα, ποὺ δεσμεύθηκε μὲ δηλώσεις καὶ ἐνέργειες νὰ ἀναγνωρίσει τὴν
ἐκκλησιαστικότητα τῶν αἱρετικῶν, τολμηρότερα δὲ προώθησε αὐτὴν τὴν
δέσμευση ὁ σημερινὸς Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος, ὁ ὁποῖος
μὲ τὴν Εἰδικὴ Διορθόδοξη Ἐπιτροπὴ ποὺ συνεκρότησε ἐπεχείρησε τὴν δῆθεν
ἐπικαιροποίηση καὶ βελτίωση τῶν παλαιῶν προσυνοδικῶν κειμένων καὶ δι᾽
αὐτῆς συνοδικὴ ἀναγνώριση τῆς ἐκκλησιαστικότητας ἀκόμη καὶ τοῦ
Βαπτίσματος τῶν αἱρετικῶν, δηλαδὴ συνοδικὴ ἀναγνώριση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.
Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ πεισματικὴ ἀντίδραση στὴν πρόταση τῆς Ἐκκλησίας τῆς
Ἑλλάδος νὰ ἀντικατασταθεῖ τὸ «ἄλλων χριστιανικῶν ἐκκλησιῶν» μὲ τό
«χριστιανικῶν κοινοτήτων».
Διαβάστε την υπόλοιπη επιστολή
ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
Ὅσοι ἐκ
τῶν κληρικῶν, μοναχῶν, μοναζουσῶν καὶ λαϊκῶν ἐπιθυμοῦν νὰ συμμετάσχουν
στὴν μικρὴ αὐτὴ κατάθεση ὀρθοδόξου ὁμολογίας ἠμποροῦν νὰ τὸ δηλώσουν
γράφοντας: «Συμφωνῶ μὲ τὴν Ἀνοικτὴ Ἐπιστολὴ - Ὁμολογία γιὰ τὴ “Σύνοδο”
τῆς Κρήτης καὶ προσυπογράφω». Νὰ ἀποστείλουν δὲ τὴν δήλωση μὲ τὸ ὄνομά
τους, τὴν κληρική, μοναστικὴ ἢ ἐπαγγελματική τους ἰδιότητα καὶ τὸν τόπο
κατοικίας σὲ μία ἀπὸ τὶς παρακάτω διευθύνσεις:
• e-mail: synaxisorthkm@gmail.com
• Ἐκδόσεις «Τὸ Παλίμψηστον» Τσιμισκῆ 128, 546 21 Θεσσαλονίκη
• Σύναξη Ὀρθοδόξων Ρωμηῶν «Φώτης Κόντογλου» Τ.Θ. 107, 421 32 Τρίκαλα